Wednesday, March 14, 2007

Μούτζα


Το γράφω με κάποια καθυστέρηση για τον No Heathen – μερσι μεσιε νο χεδεν

Ενα- Οταν ήμουν γύρω στα 6 πέθανε ο ηλικιωμένος μας γείτονας-ένας ασπρομάλλης στρατιωτικός με στιλπνή κουαφούρ Κόμη Δράκουλα. Ίσως επειδή με είχε επηρεάσει πολύ ο θάνατός του, μια φορά το μήνα έφτιαχνα στα κρυφά μικροσκοπικούς τάφους στον κήπο μας με κλαριά και φύλλα από γεράνια και νερατζιές. Μετά προσευχόμουν γονατιστή πάνω στις πλάκες του κήπου (σημείωση: πρόερχομαι απο μια οικογένεια σχεδόν άθεη-δεν ξέρω που την είχα δει αυτήν την εικόνα) Όταν το ξεχνούσα μάλιστα με έπιαναν τρομερές τύψεις. Το είπα στον πατέρα μου πρόσφατα- περίμενα να κάνει κάποιο σχόλιο του τύπου " Kοριτσάκι μου τι έξυπνο κι ευαίσθητο που ήσουν¨". Εκείνος απλώς με κοίταξε και ξεστόμισε την ισοπεδωτική ατάκα "Πάλι καλά που βγήκες νορμάλ".


Δύο- Από παιδί ακόμα πίστευα πως η ζωή μου θα ήταν καλύτερη αν έχανα μερικά κιλά- ακόμα και όταν ήμουν αδύνατη. Πάντα το νόμιζα. Τουλάχιστον όσο μεγαλώνω γελάω με τον εαυτό μου. Αλλά αυτό δε σημαίνει πως δεν το πιστεύω.


Τρία- Από τα 18 μου μέχρι τα 23 μου ζούσα σε μια μικροσκοπικη μεσαιωνική παραθαλάσσια πόλη της Σκώτιας. Λόγω της ιστορίας της η πόλη έμοιαζε συχνά στοιχειωμένη- βαριά γοτθική αρχιτεκτονική, ένας καθεδρικός ναός φωτισμένος με πράσινα φώτα το βράδυ, φριχτό κρύο, ένας ανάποδος αέρας από τη Βορειο θαλασσα.Ήταν ένα υπέροχα ιδιόρρυθμο μέρος: Ελληνες δεν είχε παρά ελάχιστους κι έτσι έτρεχα μες στα σκοτάδια με Αγγλοσάξωνες και κάναμε πινκνικ στο κρύο με κουβέρτες, ξενυχτούσαμε όλο το βράδυ μέσα σε δρύινες βιβλιοθήκες με θέα τη Βόρειο θάλασσα γράφοντας εργασίες για μαθήματα με τίτλους όπως «Λογοτεχνία των γυναικών στο δευτερο παγκόσμιο πόλεμο», «Τρομοκρατία και πολιτική βία στον 20ο αιώνα», πίναμε πίναμε , πίναμε μπύρες και ούισκια χορευαμε φτηνή ντίσκο μέσα στο Union,μεθούσαμε όλο το βράδυ σε διάφορα σπίτια, πίναμε τρεις καφέδες τη μέρα όλοι μαζί, καπνίζαμε οτι βρίσκαμε, κάναμε πρόβες για βαρυγδουπα θεατρικά έργα ή πειραματικά εκτρώματα οπού ξεγυμνωνόμασταν σαν τις μουρλές σε παλιές εκλησσίες( η διασκευή του «Γενναίου Νέου Κόσμου» του Χάξλευ απαιτούσε και κάποιες θυσίες) . Πιστεύω πως αυτό το μέρος μου άλλαξε τη ζωή.



Τέσσερα- Συχνά-πυκνά αισθάνομαι σαν ούφο στην Αθήνα. Ελειπα για πολλά χρόνια οπότε έχω ζήσει ένα αρκετά σημαντικό κομμάτι της ζωής μου εκτός Ελλάδος: το 18-25. Για πρώτη μου φορά έζησα ουσιαστικά την Αθήνα πέρσι μετά από 7 χρόνια απουσίας. Συχνά θέλω να πάρω μια βαλίτσα και να φύγω τρέχοντας , να πάω στο μαγικό εκείνο μέρος που εγώ και οι γύρω μου θα μιλάμε και θα καταλαβαινόμαστε ή ακόμα να αναληφθώ στους ουρανούς σαν χίπισσα Μέρυ Πόππινς ανάμεσα σε μωβ σύννεφα και να μην ξαναγυρίσω ποτέ.


Πεντε- Ανοιξα αυτό το μπλογκ όταν ζούσα στην Αγγλία για δυο λόγους - ο ένας ήταν πως περνούσα μία από τις χειρότερες περιόδους της ζωής μου (απαραίτητο συστατικό για να ανοίξεις μπλογκ τελικά ), ο άλλος πάλι ήταν πως μετά από 7 χρόνια ξενιτιάς τα ελληνικά μου είχαν αρχίσει να θυμίζουν ξεφούσκωτη τρόμπα. Οσο κι αν θαύμαζα τη γραφή κάποιων μπλόγκερ δεν με ενδιέφερε να τους γνωρίσω –με φρίκαρε μάλιστα το γεγονός πως οι μπλόγκερς χρησιμοποιούσαν τα μπλογκ τους ως μέσο κοινωνικοποιήσης και βγαίνανε για να φάνε παϊδάκια. Μετά ήρθα στην Ελλάδα και γνώρισα ένα σωρό bloggers μέσω της δουλειάς. Μ’ αρέσει αυτό αλλά μάλλον ειναι και ο λόγος που γράφω τόσο σπάνια- μου είναι δύσκολο να γράφω τα σώψυχα μου τώρα που ξέρουν ποια είμαι.

Πετάω μπαλάκι σε μπλόγκερς εξίσου αστάτους με μένα- Scabbing και Catsula. Φροντίστε την πορεία σας κορίτσια.